myopathic$51386$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

myopathic$51386$ - translation to ολλανδικά

DISEASE IN WHICH THE MUSCLE FIBERS DO NOT FUNCTION, RESULTING IN MUSCULAR WEAKNESS
Myopathies; Myopathies, structural, congenital; Myopathic; Muscle death; Muscular disease; Muscle disease; Capture myopathy; Myofibrillar myopathy; Muscle damage

myopathic      
adj. myopathisch, van spierziekte (in geneeskunde)

Ορισμός

Waddler
·noun One who, or that which, waddles.

Βικιπαίδεια

Myopathy

In medicine, myopathy is a disease of the muscle in which the muscle fibers do not function properly. This results in muscular weakness. Myopathy means muscle disease (Greek : myo- muscle + patheia -pathy : suffering). This meaning implies that the primary defect is within the muscle, as opposed to the nerves ("neuropathies" or "neurogenic" disorders) or elsewhere (e.g., the brain). Muscle cramps, stiffness, and spasm can also be associated with myopathy.

Capture myopathy can occur in wild or captive animals, such as deer and kangaroos, and leads to morbidity and mortality. It usually occurs as a result of stress and physical exertion during capture and restraint.

Muscular disease can be classified as neuromuscular or musculoskeletal in nature. Some conditions, such as myositis, can be considered both neuromuscular and musculoskeletal.